Π Ρ Ω Τ Ο Μ Α Γ Ι Α
ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΟΥΛΟΥΔΙΩΝ
«Ο Μάιος μας έφθασε εμπρός βήμα ταχύ
να τον προϋπαντήσουμε παιδιά στην εξοχή»
ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΟΥΛΟΥΔΙΩΝ
«Ο Μάιος μας έφθασε εμπρός βήμα ταχύ
να τον προϋπαντήσουμε παιδιά στην εξοχή»
Το τραγούδι των παιδικών μας χρόνων έρχεται στα χείλη μας τόύτε τις μέρες που πλησιάζει η Πρωτομαγιά και οι αναμνήσεις μας πλημμυρίζουν και μας φέρνουν πίσω στο χρόνο।
Πρωτομαγιά. Πρωί – πρωί παίρναμε τον παλιό μονοπάτι, φορτωμένοι με τα απαραίτητα και σε λίγο φθάναμε στην Αγία Παρασκευή. Στρώναμε τις κουρελούδες – μοκέτες της εποχής εκείνης – και πάνω απλώναμε ότι είχε φέρει ο καθένας μας για φαγητό. Ντομάτες, τυρί, ψωμί, καμιά κονσέρβα, μπύρες που τις διατηρούσαμε παγωμένες κάτω από το παγωμένο νερό της βρύσης και τα απαραίτητα σύνεργα για τον καφέ. Πάντα υπήρχαν κοτόπουλα και κρέας για ψήσιμο. Μετά τις απαραίτητες ετοιμασίες και αφού ήταν όλα έτοιμα άρχιζε το παιγνίδι, το ανεβοκατέβασμα στις πλαγιές και τους βράχους και οι φωνές μας έφθαναν μέχρι το χωριό.
Ποτέ δεν ξεχνούσαμε να επισκεφθούμε τούτη τη μέρα και την σπηλιά που είναι πάνω από το κονάκι του τσινιάκου. Δανειζόμαστε κεριά από την Αγία Παρασκευή και μια και δυο μέσα. Σήμερα μόνο που το σκέφτομε με πιάνει τρέλα. Η είσοδος όμως στη σπηλιά τέτοια μέρα είχε γίνει ένα με την Πρωτομαγιά. Κάθε χρόνο όλο και πιο βαθιά πηγαίναμε. Βέβαια κάπου σταματούσε και από εκεί ήταν δύσκολο να προχωρήσει κανείς. Η υγρασία έσταζε πάνω μας αλλά εμείς δεν σταματάγαμε με τίποτα.
Όταν ερχόταν η ώρα του φαγητού οι πλάτανοι και οι ελιές μας φιλοξενούσαν στη σκιά τους. Ο χορός διαδεχόταν το φαγητό και όλοι μας σιγοτραγουδούσαμε τα τραγούδια που ακουγόντουσαν από το φορητό ραδιοκασετόφωνο που μας συντρόφευε όλη την ημέρα.
Το απόγευμα άρχιζαν οι προετοιμασίες της επιστροφής. Μαζεύαμε τα μπογαλάκια μας και επιστροφή πάλι στο χωριό.
Πρωτομαγιά. Πρωί – πρωί παίρναμε τον παλιό μονοπάτι, φορτωμένοι με τα απαραίτητα και σε λίγο φθάναμε στην Αγία Παρασκευή. Στρώναμε τις κουρελούδες – μοκέτες της εποχής εκείνης – και πάνω απλώναμε ότι είχε φέρει ο καθένας μας για φαγητό. Ντομάτες, τυρί, ψωμί, καμιά κονσέρβα, μπύρες που τις διατηρούσαμε παγωμένες κάτω από το παγωμένο νερό της βρύσης και τα απαραίτητα σύνεργα για τον καφέ. Πάντα υπήρχαν κοτόπουλα και κρέας για ψήσιμο. Μετά τις απαραίτητες ετοιμασίες και αφού ήταν όλα έτοιμα άρχιζε το παιγνίδι, το ανεβοκατέβασμα στις πλαγιές και τους βράχους και οι φωνές μας έφθαναν μέχρι το χωριό.
Ποτέ δεν ξεχνούσαμε να επισκεφθούμε τούτη τη μέρα και την σπηλιά που είναι πάνω από το κονάκι του τσινιάκου. Δανειζόμαστε κεριά από την Αγία Παρασκευή και μια και δυο μέσα. Σήμερα μόνο που το σκέφτομε με πιάνει τρέλα. Η είσοδος όμως στη σπηλιά τέτοια μέρα είχε γίνει ένα με την Πρωτομαγιά. Κάθε χρόνο όλο και πιο βαθιά πηγαίναμε. Βέβαια κάπου σταματούσε και από εκεί ήταν δύσκολο να προχωρήσει κανείς. Η υγρασία έσταζε πάνω μας αλλά εμείς δεν σταματάγαμε με τίποτα.
Όταν ερχόταν η ώρα του φαγητού οι πλάτανοι και οι ελιές μας φιλοξενούσαν στη σκιά τους. Ο χορός διαδεχόταν το φαγητό και όλοι μας σιγοτραγουδούσαμε τα τραγούδια που ακουγόντουσαν από το φορητό ραδιοκασετόφωνο που μας συντρόφευε όλη την ημέρα.
Το απόγευμα άρχιζαν οι προετοιμασίες της επιστροφής. Μαζεύαμε τα μπογαλάκια μας και επιστροφή πάλι στο χωριό.
ΕΘΙΜΑ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑΣ
Από το βιβλίο της ΚΑΛΗΣ Ν. ΚΑΛΥΒΗ
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΥΜΗΣ ΕΥΒΟΙΑΣ 1938
Από το βιβλίο της ΚΑΛΗΣ Ν. ΚΑΛΥΒΗ
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΥΜΗΣ ΕΥΒΟΙΑΣ 1938
Την Πρωτομαγιά θεωρούν απαραίτητον να ξυπνήσουν πριν ακόμη ξημερώσει καλά, για να δοκιμάσουν σκόρδο, γιατί φοβούνται μήπως τους «ρουμπώσει» ο γάιδαρος με το αγκάρισμά του. Φορούν ανοιχτόφρωμα ρούχα και ψαθάκια και πάνε στο αγίασμα ν’ αγιαστούν. Εκεί βρέχουν με αγιαμό τα κεφάλια τους, κόφτουν τρίχες από τα μαλλιά τους και τις αφήνουν πάνω στα κλαριά, για να αφήσουν εκεί τις μιζέριες των.
Προγευματίζουν ξαπλωμένοι στη χλόη, με εφτάζυμες κουλούρες και κόκκινα αυγά πούχουν φυλάξει από το Πάσχα. Σκορπίζονται στα χωράφια, μαζεύοντες Μάϊδες και άλλα λουλούδια, με τα οποία πλέκουν στεφάνια και τα φορούν στα κεφάλια τους. Σαν γυρίζουν στα σπίτια τους, τα στεφάνια αυτά τα κρεμνούν στην πόρτα της εισόδου, για τον καλό Μάη.
Τραγουδούν δε τα συνηθισμένα τραγούδια του Μάη।
Προγευματίζουν ξαπλωμένοι στη χλόη, με εφτάζυμες κουλούρες και κόκκινα αυγά πούχουν φυλάξει από το Πάσχα. Σκορπίζονται στα χωράφια, μαζεύοντες Μάϊδες και άλλα λουλούδια, με τα οποία πλέκουν στεφάνια και τα φορούν στα κεφάλια τους. Σαν γυρίζουν στα σπίτια τους, τα στεφάνια αυτά τα κρεμνούν στην πόρτα της εισόδου, για τον καλό Μάη.
Τραγουδούν δε τα συνηθισμένα τραγούδια του Μάη।
Καλώς τονε τον Μάη τον Χρυσομάη
Με άνθη στολισμένος ήρθες πάλι
Μάη χρυσομάη μου με δροσιές
Μάη χρυσομάη μ’ άσπρες φορεσιές
Με άνθη στολισμένος ήρθες πάλι
Μάη χρυσομάη μου με δροσιές
Μάη χρυσομάη μ’ άσπρες φορεσιές
Οι πλούσιοι πάνε στην εξοχή ψήνουν αρνιά και γλεντούν εκεί।
Ο ΜΑΙΟΣ
ΠΟΙΗΜΑ ΑΓΓΕΛΟΥ ΒΛΑΧΟΥ
Ο Μάιος μας έφτασε,
Εμπρός βήμα ταχύ,
Να τον προϋπαντήσουμε
Παιδιά στην εξοχή.
Δώρα στα χέρια του πολλά
Και όμορφα κρατεί
Και τα μοιράζει γελαστός
Σε όποιον του ζητεί.
Φέρνει τραγούδια και χαρές,
Λουλούδια και δροσιά
Και μυρωδάτη φόρεσε
Ωραία φορεσιά.
Πάμε κι εμείς να πάρουμε,
Μη χάνουμε καιρό,
Μας φτάνει ένα τριαντάφυλλο
Κι ένα κλαρί χλωρό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου